Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2012

Αποχαιρετισμός στο Δημήτρη Γουσίδη


Δημοσιεύτηκε στα "ΝΕΑ" την 31/8/2012.

Η σιωπηλή αποχώρηση του Δημήτρη Γουσίδη εξέπληξε πολλούς, τάραξε περισσότερους και για ένα τουλάχιστον τμήμα της μπαγιάτικης -περί τη Διαγώνιο- Θεσσαλονίκης, υπήρξε εκκωφαντική. Αίφνης, η περιοχή ξανάγινε γειτονιά, οι άνθρωποι θυμήθηκαν τους διπλανούς τους και η δήλωση της απώλειας, ερωτηματική ή επιβεβαιωτική, πέρασε από το περίπτερο στο ανθοπωλείο, από το μαγειρείο στο καφέ μπαρ, από το μανάβικο στο γαλακτοπωλείο: πέθανε ο Δημήτρης (;).


Η παρουσία του ήταν έντονη, για πάνω από 7 δεκαετίες, στον ίδιο πάνω κάτω χώρο: πήγαινε παντού με τα πόδια, στην «πυρίκαυστο ζώνη» όπως ορθώς όριζε το κέντρο της πόλης. Ηταν η ανάγκη του να επικοινωνεί και να περνά μετά το άρωμα των όσων συνέβαιναν στην ενημέρωση. Πάνω από σαράντα χρόνια δημοσιογράφος, σχεδόν τέσσερις δεκαετίες στο ΔΟΛ, διάλεγε πάντα το ίδιο πεζοδρόμιο, σύχναζε στα ίδια μαγαζιά, έτρωγε στο ίδιο μαγειρείο, αλλά και ζυμωνόταν με όλον τον κόσμο της αγοράς σε ένα παιχνίδι αλληλοενημέρωσης από το οποίο αποθησαύριζε τα αναγκαία.

Με δυο λόγια: ο Γουσίδης ήταν εκτός από δημοσιογράφος με την κλασική έννοια και ο άνθρωπος που σήμερα θα μπορούσε να ονομαστεί κοινωνικός παράγοντας. Οντως γνώριζε τι έκρυβε η κάθε πέτρα από κάτω. Και δεν το επιδείκνυε.

Είχε μάθει να μη λέει πολλά. Από τότε που με τον πατέρα στα δεσμωτήρια των πάντα νικητών πάλευε στο δρόμο για να ζήσει, ίσαμε τα χρόνια της αναγνώρισης. Γι’ αυτό και πάντα έσκυβε στον όντως ή υποθετικά κατατρεγμένο και δε δυσφορούσε για τα πισώπλατα χτυπήματα «ευγνωμοσύνης».

Όταν οι αθηναϊκές εφημερίδες άρχισαν να αποκτούν γραφεία ανταπόκρισης στη Θεσσαλονίκη, ο Γουσίδης βρέθηκε σ’ αυτό του ΔΟΛ, για την κάλυψη εφημερίδων και περιοδικών. Και η παρουσία του δεν ήταν απλά δημοσιογραφική. Στα χρόνια της αναγκαστικής σιωπής, το γραφείο του «Βήματος» για τους μεγαλύτερους, των «Νέων» για τους νεότερους, αποτελούσε χώρο για ανάσες, πληροφόρηση και ολίγων λεπτών ελεύθερης κουβέντας.

Ισορροπούσε επιδέξια υιοθετώντας ένα απρόσιτο ύφος για τους εκ των υστέρων «στιγμιαίους» και έτεινε ευήκοον ους, αλλά με κλειστό στόμα, για τους ολίγους που δεν έσκυψαν. Προσέγγισε ή τον προσέγγισαν, από εκείνα τα χρόνια, κορυφαίους της γραφής, της επιστήμης ή της έρευνας που στόλισαν τις επιφυλλίδες του «Βήματος» (κάποιοι ακόμη αρθρογραφούν). Κατόρθωσε να κάνει ένα απλό ανταποκριτικό γραφείο, χώρο ζύμωσης αλλά και καταφύγιο, εστία αναζητήσεων και συνεύρεσης διαφορετικών προσωπικοτήτων.

Δεν ήταν τυχαίες οι αποκλειστικότητες: ρεζουμέ σκληρής δουλειάς ήταν, ακόμη και για το ασήμαντο μονόστηλο. Αλλά και αξιοποίηση των γνωριμιών που επί δεκαετίες κατέγραφε σε ένα πλήρως ταπεινό γαλλικό τετράδιο με τετράγωνη γράμμωση.

Συγχωρέστε την προσωπική παρένθεση: δεν υπήρξε περίπτωση, στα τριάντα και χρόνια που συνυπήρξαμε επαγγελματικά, να αναζητήσω πηγή για δύσκολο θέμα και να μη μου την προσφέρει, μαζί με την απαραίτητη ολιγόλογη σύνοψη (συνήθως γλαφυρή και με αυτοσχέδια προσωνύμια) του προς αναζήτηση προσώπου.

Δεν μπορώ να αποτιμήσω ψυχρά την αναμφισβήτητη δημοσιογραφική του αξία. Μπορώ ίσως καλύτερα να κρίνω τη συνδικαλιστική και κοινωνική πορεία του. Χωρίς να μακρηγορώ, μπορώ βάσιμα να ισχυριστώ ό τι η μονιμοποίηση εκατοντάδων συναδέλφων στα δημόσια μέσα ενημέρωσης πανελλαδικά οφείλεται στο δικό του τρέξιμο, την ακούραστη πίεση προς κάθε κατεύθυνση σε Βρυξέλες και Αθήνα. Δεν προχωρώ σε λεπτομέρειες, αλλά ήταν κάτι που εκ των υστέρων πολλοί υιοθέτησαν, αλλά αυτός το «έτρεξε».

Και το μείζον: κατόρθωνε, είτε επρόκειτο για το γραφείο του ΔΟΛ, είτε για αυτό του Mega στη Θεσσαλονίκη (που επίσης έστησε), είτε για την ΕΡΤ3 είτε για τον «Αγγελιοφόρο», να πείθει τους εργοδότες (ιδιώτες ή κυβερνήσεις) για το αναγκαίον της δημιουργίας τους.

Δυστυχώς, έφυγε σε μια από τις πιο δύσκολες περιόδους για τη χώρα, τη Θεσσαλονίκη και την ενημέρωση.

Εφυγε σεμνά και αξιοπρεπώς. Σαν άρχοντας, όπως πάντα ήταν.

Ελπίζω να μην αποδειχτεί αναντικατάστατος.

Κλέαρχος Τσαουσίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου